Translate/Μετάφραση

2 Φεβ 2016

Η ΠΡΩΤΗ ΦΑΣΗ ΤΗΣ ΕΘΝΙΚΗΣ ΑΝΤΙΣΤΑΣΗΣ ΣΤΗΝ ΠΕΡΙΟΧΗ ΓΡΕΒΕΝΩΝ- ΒΟΪΟΥ (1941- Άνοιξη 1943)

 6. Ο ΡΟΛΟΣ ΤΩΝ ΑΠΟΣΤΑΛΜΕΝΩΝ ΑΠΟ ΤΟ ΚΕΝΤΡΟ ΣΤΟ ΚΙΝΗΜΑ ΤΗΣ ΔΥΤΙΚΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ

Την οργάνωση αυτή την καταπολέμησαν άγρια και με όλα τα μέσα οι αντιπρόσωποι που ήρθαν από το κέντρο, ήταν κυρίως εξόριστοι και φυλακισμένοι, ανώτερα και ανώτατα στελέχη του ΚΚΕ, που είχαν απελευθερωθεί από τη βουλγαρική Οχράνα και τη Γκεστάπο. Τα στελέχοι αυτά πρόβαλαν ως δικαιολογικό ότι οι οργανώσεις αυτές δεν είναι γνήσιες και καθαρές, ότι οι επικεφαλής της οργάνωσης είναι ύποπτοι, χαφιέδες και άνθρωποι του Μανιαδάκη, «δηλωσιές», εχθροί του κόμματος και του λαού, και σαν τέτοιοι πρέπει να καταδιωχθούν και να εξοντωθούν.
Οι αγωνιστές της περιοχής, όλους αυτούς τους καθοδηγητές τους δέχτηκαν με χαρά. Δεν ήξεραν τι ρόλο έπαιζαν. Αυτή την αφέλεια και την καλοσύνη την πλήρωσε πολύ ακριβά το απελευθερωτικό κίνημα της Δ. Μακεδονίας.
Ενώ όλα βάδιζαν κανονικά και αισιόδοξα, στο κίνημα και τις οργανώσεις της περιοχής, συνέβη ένας τέτοιος τρανταγμός, που λίγο έλειψε να στοιχίσει την ύπαρξη του αντιστασιακού κινήματος στη Δ. Μακεδονία.[1]
Ήταν το πρώτο χτύπημα που δέχτηκε το κίνημα της Eθνικής Aντίστασης της περιοχής από τους απεσταλμένους καθοδηγητές του κέντρου, από τα ανώτερα στελέχη του Κ.Κ.Ε.
Οι νεοφερμένοι απεσταλμένοι από το κέντρο, ενώ για όλη τους τη δουλειά, τη γνωριμία και το ξεκίνημά τους στηρίχθηκαν στις υπάρχουσες οργανώσεις, κυρίως, τις κομματικές και στα μέλη και τα στελέχη που δούλευαν σ΄αυτές, είδαν με μεγάλο φθόνο και καχυποψία, ακόμη και έχθρα τις οργανώσεις και τα στελέχη που υπήρχαν. Κήρυξαν έναν κρυφό και φοβερό πόλεμο ενάντια σ΄αυτό που υπήρχε. Έμμεσα στην αρχή και άμεσα και φανερά αργότερα. Και το πιο άτιμο και φοβερό, ότι δεν φέρθηκαν καθόλου πατριωτικά και ανθρώπινα στην αντάρτικη ομάδα Τασιανόπουλου-Ευθυμιάδη. Ιδίως  στον γιατρό Ευθυμιάδη, παλαιό στέλεχος του ΚΚΕ, και στο έργο που είχαν δημιουργήσει. Τους κήρυξαν φανερά τον πόλεμο. Τους διέβαλαν και τους συκοφάντησαν με ακατονόμαστες και άτιμες ψεύτικες κατηγορίες και τους καταπολέμησαν, με αποτέλεσμα η ομάδα το χειμώνα του 1941-42 να διαλυθεί. Και ο μεν Ευθυμιάδης να καταφύγει στη Θεσσαλονίκη και από κει στη Μέση Ανατολή και για τη συμμετοχή του στο κίνημα μαζί με τους άλλους αντιφασίστες κλείστηκε στα συρματοπλέγματα. Ο δικηγόρος Αναγνώστου, ο δάσκαλος Αργυρίου και ο δικαστικός Κοντοκώτσιος απροστάτευτοι, διεβαλμένοι και κυνηγημένοι από όλους, εχθρούς και «φίλους», πιάστηκαν από τους Ιταλούς και μεταφέρθηκαν όμηροι στην Ιταλία. Οι Θεοδωρόπουλος και Αεροβηματάς κατέφυγαν και βρήκαν σωτηρία στα δάση των Χασίων και οι Μυλωνάς και Τασιανόπουλος έπεσαν σε βαθειά παρανομία και κρύβονταν σε φιλικά σπίτια. Ευτυχώς σώθηκαν και τους χρησιμοποίησε αργότερα το κίνημα.[2]
Από την αρχή της αντίστασης βρίσκει κανείς τις αιτίες που σε συνέχεια η ηγεσία του ΚΚΕ οδήγησε το κίνημα της Eθνικής Aντίστασης στις γνωστές τραγικές εξελίξεις, χωρίς μ΄αυτό να απαλλάσσει από τον αμαρτολό ρόλο τον αστικό πολιτικό κόσμο, τον λεγόμενο παλαιοκομματισμό, που είχε την έδρα του στο Κάιρο, γνωστός στη νεότερη ιστορία μας ως εντολοδόχος των ισχυρών του κόσμου, συνέβαλλε  στην εξόντωση και την ασφυκτική συρρίκνωση του Ελληνισμού. Μετά την δολοφονία του Καποδίστρια δεν έχουμε Έλληνες πολιτικούς έχουμε υπηρέτες των ξένων συμφερόντων, αγγλόφιλων, γαλλόφιλων, ρωσόφιλων, αμερικανόφιλων, ενδοτικών στις απαιτήσεις των κάθε φορά καινούργιων αφεντικών, με ελάχιστες εξαιρέσεις Ελλήνων πολιτικών.
Οι δημιουργοί του αντιστασιακού κινήματος δεν πρόβαλαν αξιώσεις. Μέσα από συμπληγάδες κράτησαν το κίνημα, μπήκαν και πάλι πρώτοι στην περιοχή, αυτούς ήξερε και σ΄αυτούς έδειξε εμπιστοσύνη ο λαός, αυτούς ανέδειξε για ηγέτες, αυτοί τον οδήγησαν σε νικηφόρες μάχες. Ο χειμώνας του 1941-1942 ήταν ο πιο δύσκολος και κρίσιμος, εκεί δοκιμάστηκαν οι αντιστασιακές οργανώσεις με τους τοπικούς ηγέτες που τους αγάπησε τόσο πολύ ο λαός. Σε μια εποχή που δε λειτουργούσε το κράτος, η οργάνωση στάθηκε δίπλα στον πεινασμένο λαό. Εδώ φάνηκαν τα απαράμιλλα αισθήματα αδελφοσύνης, ευσπλαχνίας και αλληλεγγύης, τα μεγάλα αποθέματα του λαού μας, οι αρετές και τα χαρίσματα.
Το καλοκαίρι του 1942 η οργάνωση του ΕΑΜ έδειξε ιδιαίτερη προσοχή στο ένοπλο τμήμα. Αν μέχρι τότε ήταν οργανωμένα κατά χωριά οι δεκαρχίες, τώρα, οι δεκαρχίες οργανώθηκαν σε ομάδες, λόχους και τάγματα, μετρήθηκε ο οπλισμός, επιλέχθηκαν οι ικανοί διοικητές. Τώρα υπήρχαν 4 τάγματα με τις διοικήσεις τους Γρεβενών, Βοΐου,  Σερβίων και Πτολεμαΐδας. Έγιναν προσπάθειες από την οργάνωση να αναλάβουν τη διοίκηση μόνιμοι αξιωματικοί που βολιδοσκοπήθηκαν από την οργάνωση, αλλά όλοι τους αρνήθηκαν. Τελικά η διοίκηση ανατέθηκε στον έφεδρο υπολοχαγό Κυρατζόπουλο Δημ. Με καπετάνιο πολιτικό καθοδηγητή τον Κέντρο Στρατή - Σλομπόντα Βαγγέλη από μέρους της περιφερειακής οργάνωσης του ΚΚΕ Κοζάνης. Στην αρχή ο τομέας αυτός ονομαζόταν ημιστρατιωτική οργάνωση του ΕΑΜ.[3]
Η καλή και μελετημένη προπαρασκευή και οργάνωση της ημιστρατιωτικής οργάνωσης ήταν αυτή που έδωσε τα άριστα αποτελέσματα, με τις περήφανες και λαμπρές νίκες του ΕΛΑΣ στις αρχές της Αντίστασης.[4]
Στο τέλος του Δεκέμβρη του 1942 έγιναν δύο συσκέψεις των αντιπροσώπων των οργανώσεων Γρεβενών και Βοΐου όπου πάρθηκε η απόφαση ένοπλης δράσης. Αποφασίστηκε τη διοίκηση των τμημάτων του ΕΛΑΣ Γρεβενών να αναλάβει ο υπολοχαγός Κυρατζόπουλος Δ. με βοηθό τον ανθυπολοχαγό Θεοχαρόπουλο Νίκο και τη διοίκηση Βοΐου ο ανθυπολοχαγός Χωτούρας Αριστ. με βοηθό τον ανθυπολοχαγό Παντίδη Νίκο.




[1] Ο.π. τετράδιο 3, σ. 224.
[2] Ο.π. τετράδιο 3, σ. 227. Ο Γιώργος Ευθυμιάδης το 1977 μου αφηγήθηκε την όλη περιπέτεια την οποία αναφέρει ο Φωτεινός.
[3] Ο καθηγητής της Νεότερης ιστορίας του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, κ. Ι. Κολιόπουλος προσεγγίζει τα γεγονότα της εθνικής αντίστασης με βάση τις γλωσσικές ιδιότητες του πληθυσμού της Δ. Μακεδονίας, χωρίς τα κοινωνιολογικά κριτήρια τα οποία προέκυψαν από την τριπλή κατοχή. Έτσι δίνει μια άλλη διάσταση στο κίνημα της Εθνικής Αντίστασης στην περιοχή Γρεβενών - Βοΐου βλ. στο βιβλίο Λεηλασία φρονημάτων. Το Μακεδονικό ζήτημα στην κατεχόμενη Δυτική Μακεδονία. Βραβείο Ακαδ. Αθηνών, Βάνιας, Θεσ/νίκη 1994.
[4] ο.π. Τετράδιο 3, σ. 242-274.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου